κολχικίνη

κολχικίνη
Ουσία φυτικής προέλευσης, που ανήκει στα αλκαλοειδή. Εξάγεται από διάφορα μέρη (σπόροι, βολβοί κ.ά.) του φυτού κολχικό το φθινοπωρινό, της οικογένειας των λειριιδών, από το οποίο απομονώθηκε για πρώτη φορά το 1820. Η κ. έχει απομονωθεί και από άλλα είδη του γένους Colchicum, καθώς και από άλλα συγγενή γένη, χωρίς ωστόσο αυτά να αποτελούν σημαντικές πηγές αλκαλοειδών. Συναντάται σε κρυσταλλική ή άμορφη κατάσταση. Είναι κίτρινη σκόνη, διαλυτή στο νερό, στην αλκοόλη και στο χλωροφόρμιο και λίγο διαλυτή στον αιθέρα. Η κ. ανήκει στις ισοκυκλικές ενώσεις, με μοριακό τύπο C22H25NO6 και περιλαμβάνει στο μόριό της τρεις δακτυλίους, από τους οποίους οι δύο είναι επταμελείς και ο τρίτος εξαμελής. Εφόσον δεν έχει ετεροκυκλικά ενωμένο άζωτο, κατατάσσεται στα πρωτοαλκαλοειδή και όχι στα γνήσια αλκαλοειδή. Παρά το γεγονός αυτό, αναφέρεται ως αλκαλοειδές, γιατί έχει παρόμοιες φυσιολογικές ιδιότητες με τα υπόλοιπα αλκαλοειδή και βασική αντίδραση. Η μεγάλη βιολογική αξία της κ. έγκειται στην ικανότητά της να παρεμποδίζει τη μίτωση, πριν από την ολοκλήρωση της κυτταρικής διαίρεσης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται κύτταρα με πολλαπλάσιο αριθμό χρωμοσωμάτων (πολυπλοειδία), τα οποία έχουν ιδιαίτερη αξία στην καλλιέργεια των φυτών για τη δημιουργία νέων ποικιλιών. Η αντιμιτωτική δράση της κ. οφείλεται στην ισχυρή της δέσμευση στην πρωτεΐνη τουμπουλίνη, κύριο συστατικό των μικροσωληνίσκων, με συνέπεια να παρεμποδίζεται ο πολυμερισμός τους, ενώ έχει την ικανότητα να αποπολυμερίζει ακόμα και τους ήδη υπάρχοντες στο κύτταρο μικροσωληνίσκους. Αποτέλεσμα είναι η ανάσχεση όλων των κυτταρικών λειτουργιών που εξαρτώνται από τους μικροσωληνίσκους, μεταξύ των οποίων ο σχηματισμός της μιτωτικής ατράκτου, χωρίς ωστόσο να επηρεάζεται ο διπλασιασμός των χρωμοσωμάτων. Η επίδραση της κ. στα κύτταρα ήταν γνωστή από τη δεκαετία του 1930, τα αποτελέσματα όμως και η ακριβής δράση της μελετήθηκαν πολύ αργότερα, από τον Ινουέ. Στη συνέχεια αποτέλεσε χρήσιμο μέσο για την πιστοποίηση της πρωτεϊνικής φύσης των υπομονάδων των μικροσωληνίσκων, καθώς μέσω της ένωσής της με αυτές επέτρεψε την απομόνωσή τους και επομένως τη μελέτη των ιδιοτήτων τους. Σήμερα χρησιμοποιείται στη μελέτη των καρυοτύπων και στη μελέτη του ρόλου των μικροσωληνίσκων στην κυτταρική διαφοροποίηση, καθώς επίσης ως αντιμιτωτικός παράγοντας σε κυτταροκαλλιέργειες για τη μελέτη του καρκίνου. Αποτελεί συστατικό πολλών φαρμάκων, όπου χρησιμοποιείται για την ανακούφιση των συμπτωμάτων της ουρικής αρθρίτιδας, χωρίς να είναι γνωστός ο τρόπος δράσης της. Όσον αφορά τις παρενέργειες, προκαλεί μείωση του αριθμού των λευκοκυττάρων, ενώ προκαλεί τερατογενέσεις σε εργαστηριακά ζώα, γι’ αυτό δεν πρέπει να λαμβάνεται από έγκυες γυναίκες. Η δηλητηρίαση από κ. μοιάζει με αυτήν από αρσενικό, αλλά δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο αντίδοτο.
* * *
η
χημ. κύριο αλκαλοειδές τού φυτικού είδους κοχλικό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. colchicine < colchique (< κολχικόν < τοπων. Κολχίς) + ine. Η λ. μαρτυρείται από το 1876 στον Θεόδωρο Αφεντούλη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κολχικό — Βολβώδης πολυετής πόα της οικογένειας των λειριιδών ή λιλιιδών (μονοκοτυλήδονα), ιθαγενής της Ευρώπης· η επιστημονική ονομασία της είναι κολχικό το φθινοπωρινό (Colchicum autumnale). Ο βολβός έχει μέγεθος καρυδιού και χρώμα μελανωπό και μοιάζει… …   Dictionary of Greek

  • λιλιίδες ή λειριίδες — (liliaceae). Οικογένεια μονοκοτυλήδονων ποωδών φυτών. Περιλαμβάνει κυρίως πολυετείς πόες που διαθέτουν υπόγειους βολβούς και ριζώματα, απ’ όπου εκφύονται όρθιοι βλαστοί και σε μερικά γένη αναρριχώμενοι. Σε άλλες περιπτώσεις, οι βλαστοί έχουν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”